Στην υγειά μας...
Ένιωθε την υγρασία να μπαίνει από το παντελόνι αλλά δεν την ένοιαζε. Είχε βρέξει το βράδυ βλέπεις. Απέμεινε να κοιτάζει τη βουνοκορφή πολλή ώρα . Τα σύννεφα, γκρίζα και γεμάτα βροχή ,είχαν κρύψει την κορυφή. Μάλλον, την είχαν πνίξει ασφυκτικά με το βάρος τους κι έμοιαζε να κατεβαίνουν ακόμα περισσότερο προς τα κάτω. Της άρεσε να σκέφτεται ότι εκεί πάνω δεν ήταν έτσι όπως φαινόταν από εδώ. Θα ζούσαν κάποιοι θεοί μέσα στο φως κι είχαν απλά τραβήξει προς τα κάτω την κουρτίνα για να μπορούν να πλάθουν όνειρα. 'Ισως για να καταστρώσουν σχέδια μοχθηρά, κρυμμένοι από τα μάτια των θνητών. Είχε πάρει το αυτοκίνητό της πριν ξημερώσει και κατευθύνθηκε στην παλιά μονή, που τα ερείπιά της υψώνονταν σε ένα λόφο πάνω από το χωριό. Εδώ ανέβαιναν τουρίστες το καλοκαίρι μα τώρα ήταν μεσοχείμωνο και δεν θα έβρισκε κόσμο. Ακόμα και ο παππούς που ανέβαινε κάποτε να φέρει τις κατσίκες του να βοσκήσουν από ένα μαντρί πιο δίπλα, είχε πεθάνει πριν 2 χρόνια και οι δυο του γιοί , επιχειρηματίες στην πρωτεύου